09/11/2005
Το Πάικο είναι ένας εντυπωσιακός ορεινός όγκος που κυριαρχεί στη βόρεια και δυτική πλευρά του Νομού Κιλκίς. Υπάρχουν εκεί διαδοχικές κορυφές, κατάφυτες από καστανιές, οξιές, σημύδες και δρύες, που του δίνουν μια άγρια ομορφιά και μια φυσική υπεροχή εύκολα αναγνωρίσιμη από τον επισκέπτη.
Εκεί είναι ο ορεινός όγκος του Πάικου στέκει καταπράσινος προσμένει να καλημερίσει τις πρωινές αχτίδες του ήλιου.
Άφθονα νερά, εξάλλου, κυλούν όλο το χρόνο στο Πάικο και σχηματίζουν ποτάμια και ρέματα. Η γεωγραφική θέση, το υψόμετρο (μέχρι 1650 μέτρα), η μορφολογία και η σύσταση του εδάφους, χάρισαν στην περιοχή αρκετά σπάνια χαρακτηριστικά: χωριά πνιγμένα στο πράσινο με κοινά στοιχεία αρχιτεκτονικής, καθώς και ένα τοπικό χρώμα που αντανακλά και στους φιλόξενους κατοίκους που ζουν σ' αυτά τα μέρη.
Η Γουμένισσα είναι η έδρα του ομώνυμου Δήμου κτισμένη στους πρόποδες του Πάικου. Στενά δρομάκια, παλιά παραδοσιακά σπίτια, άφθονα νερά, δείγματα προβιομηχανικής τεχνολογίας, η παράδοση των κρασιών ανωτέρας ποιότητας και η μουσική των ''χάλκινων '' οργάνων από αυτοσχέδιες μπάντες συνοδεύουν τη φήμη αυτής της πόλης.
Η πρώτη ανάβαση από τη Γουμένισσα , με τον επισκέπτη να 'χει μεθύσει απ΄το ξινόμαυρο κρασί, το μυρωδάτο τσίπουρο , τους ήχους των χάλκινων και τα καλντερίμια με τα μακεδονίτικα σπίτια της ιστορικής πολιτείας.
Τα οινοποιεία της περιοχής αποτελούν ένα ενδιαφέρον αξιοθέατο. Την 1η Φεβρουαρίου, εξάλλου, κάθε χρόνο γιορτάζεται εδώ ο ʼγιος Τρύφωνας, προστάτης των αμπελουργών. Κουρμπάνι, χορευτικά συγκροτήματα, παραδοσιακή μουσική και γλέντι με συνοδεία φυσικά άφθονου κρασιού. άλλη μεγάλη μέρα για την πόλη είναι η 15η Αυγούστου, ο ''Δεκαπενταύγουστος'', όπου γιορτάζει η ιερή μονή της Παναγίας Γουμένισσας και ο Δήμος οργανώνει τα "Θεοτόκια", επταήμερης διάρκειας πολιτιστικές και θρησκευτικές εκδηλώσεις.
Όλο το χρόνο όμως το Λαογραφικό Μουσείο της Γουμένισσας είναι ένας ενδιαφέρον επισκέψιμος χώρος, καθώς επίσης και η μονή Παναγίας Γουμένισσας, μετόχι της μονής Ιβήρων του Αγίου Όρους , με τη θαυματουργή εικόνα της Παναγίας (13ου αι.)
Μόλις λίγα χιλιόμετρα από την πόλη στην περιοχή του Πενταλόφου λειτουργεί από το 1981 το κοινόβιο του Οσίου Νικόδημου, μετόχι της μονής Σίμωνος Πέτρας του Αγίου Όρους, που αποτελεί και αυτό πόλο έλξης προσκυνητών.
Σε μια από τις ομορφότερες πλαγιές του όρους Πάικου ,σε υψόμετρο 700 περίπου μέτρων από τη Γουμένισσα, πάνω από τον οικισμό Πενταλόφου,βρίσκεται το μοναστήρι του Οσίου Νικοδήμου του Αγιορείτου. Το μοναστήρι είναι μετόχι της Ιεράς Μονής Σίμωνος Πέτρας Αγίου Όρους και θεμελιώθηκε το 1981. Ο κεντρικός ναός είναι διπλός και το άνω επίπεδο του είναι αφιερωμένο στον ʼγιο Νικόδημο, ενώ το ισόγειο τμήμα στους Αγίους Ραφαήλ, Ειρήνη και Νικόλαο. Σήμερα στη Μονή εγκαταβιούν 23 μοναχοί , στο σύνολο τους νέοι στην ηλικία και από τα χέρια τους εκτελούνται όλες οι εργασίες οικοδόμησης και συντήρησης των κτισμάτων. Ξακουστό είναι το αγιογραφείο της Μονής , που φημίζεται για την προσεγμένη και εξαιρετικής ποιότητας παραγωγή χειροποίητων εικόνων. Οι εκκλησιαστικές ακολουθίες και τελετές γίνονται σύμφωνα με το αγιορείτικο τυπικό.
Δύο χιλιόμετρα μετά από τη Γρίβα , σε ένα ειρηνικό τοπίο του Πάικου, δεσπόζει το μοναστήρι των νεοφάνων μαρτύρων Ραφαήλ, Νικολάου και Ειρήνης. Η Μονή ιδρύθηκε το 1992 και υπάγεται εκκλησιαστικά στην τοπική Μητρόπολη. Το μοναστήρι λειτουργεί σαν τόπος διορθόδοξης επικοινωνίας. Κατ'επανάληψη το έχουν επισκεφθεί Σέρβοι και Ρουμάνοι επιτελείς ,κληρικοί και μοναχοί. Το εντυπωσιακό χειροποίητο ξυλόγλυπτο τέμπλο του παρεκκλησίου των Μυροφόρων είναι έργο πατέρων της Ιστορικής Σέρβικης Μονής Ντέτσανι(14ος αι.). Ο μόνιμος και πολύτιμος πνευματικός θησαυρός του Μοναστηριού , είναι τμήματα ιερών λειψάνων των τριών νεοφανών μαρτύρων Αγίων Ραφαήλ, Νικολάου και Ειρήνης, που φυλάσσονται σε καλαίσθητη λειψανοθήκη και εκτίθενται καθημερινά σε προσκύνηση.
Η Ιερά μονή Παναγιάς στη Γουμένισσα αποτέλεσε το μεγαλύτερο θρησκευτικό κέντρο της περιοχής στην περίοδο της Τουρκοκρατίας (1430-1912). Θεωρείται ότι ήταν καθολικό μοναστήρι , που στον 14ο αιώνα παραχωρήθηκε στην Μονή του Αγίου Όρους. Η σημερινή εκκλησία κτίσθηκε το 1802. Το 1837 ανακαινίσθηκε το ιερό, ενώ στα μέσα του 19ου αιώνα επεκτάθηκε προς τα δυτικά. Στο εσωτερικό της εκκλησίας , η οποία ανήκει στον τύπο της τρίκλιτης ξυλόστεγης Βασιλικής , με πολυγωνική αψίδα Ιερού από λαξευτή πέτρα, υπάρχει ένα εξαιρετικό ξυλόγλυπτο σύνολο (τέμπλο κιβώτιο Αγίας Τράπεζας ,προσκυνητάρι). Στο προσκυνητάρι είναι τοποθετημένη η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας που καθιστά το ναό σημαντικό λατρευτικό κέντρο.
Το Ιερό Ησυχαστήριο Αγίου Γεωργίου Ανύδρου Γουμένισσας ιδρύθηκε τον Αύγουστο του 1991 και είναι σχετικά αυτοδύναμο με υψηλή επιστασία του Μητροπολίτη Γουμένισσας. Η δύναμη του ησυχαστηρίου είναι 10 μοναχές. Βρίσκεται στα ερείπια του εγκαταλειμμένου οικισμού του ʼνυδρου, σε μια ήρεμη λοφώδη περιοχή με πυρήνα τον παλιό ναό του Αγίου Γεωργίου. Ο ναός , κλασική βασιλική , κτίσθηκε μεταξύ του 1800 και 1830 και διατηρεί ιδιαίτερα αξιόλογο Βυζαντινό διάκοσμο με ξυλόγλυπτα και εικόνες της εποχής στο τέμπλο και την οροφή. Στο συγκρότημα της Μονής ανήκει η νέα εκκλησία της Παναγίας Παραμυθιάς με δύο παρεκκλήσια. Λειτουργεί διώροφος ξενώνας με δύο αρχονταρίκια , χώρος έκθεσης εικόνων και χειροποίητων αντικειμένων από τις μοναχές και αίθουσα φιλοξενίας και φαγητού. Η νέα πτέρυγα περιλαμβάνει τα εργαστήρια και τα κελιά των μοναχών.
Εκεί κοντά βρίσκεται , επίσης , η γυναικεία μονή Ανύδρου , που αποτελεί ενδιαφέρον προσκύνημα.
Η διαδρομή από τα 'δύο ποτάμια Γουμένισσας',τη Γρίβα ,την Καστανερή μέχρι το οροπέδια των Μεγάλων Λιβαδίων στα 1200μ ή μέχρι την Κάρπη ,είναι ένα διαρκές ξάφνιασμα για όλες τις αισθήσεις. Τ' αμπέλια, οι κατσανιές και οι μηλιές φθανουν μέχρι τη δημόσια , πρόκληση για τον επισκέπτη ,που στο διάβα του θα συναντήσει τους κτηνοτρόφους ή τους ξυλοκόπους του βουνού.
Πολύ κοντά στην πόλη της Γουμένισσας υπάρχει ένας χώρος κατάφυτος από πλατάνια και δρύες. Τον διασχίζουν δύο ποτάμια που σχηματίζουν μικρούς καταρράκτες και δίνουν μια ιδιαίτερη ομορφιά στο τοπίο.Έργα αναψυχής εναρμονισμένα με το περιβάλλον προσφέρουν στον επισκέπτη ξεκούραση, θέα, περιπάτους σε μεγάλες γέφυρες από κορμούς δέντρων και μία εντυπωσιακή ποικιλία σπάνιας χλωρίδας.
Στις ανατολικές και νοτιοανατολικές πλαγιές του Πάικου σε εκτάσεις ημιορεινές, αλλά και πεδινές, βρίσκονται μια σειρά από χωριά που τα περισσότερα συγκεντρώνουν μεγαλύτερο πληθυσμό τους καλοκαιρινούς μήνες.
Η Κάρπη, λίγο παραπάνω, είναι ένας παρόδιος οικισμός κτισμένος πάνω σε οροπέδιο με το χαρακτηριστικό μαύρο ρέμα να τρέχει στο νοτιοδυτικό τμήμα του χωριού, η κοίτη του οποίου πράγματι έχει μαύρο χρώμα. Η Κάρπη είναι χτισμένη σε υψόμετρο 380μ. στους ανατολικούς πρόποδες του Πάικου,σε απόσταση 5χλμ απο τη Γουμένισσα. Η παλαιότερη ονομασία της είναι Τσέρνα Ρέκα(Μαύρο Ποτάμι), από το μαύρο χρώμα που έχει η κοίτη του ρέματος που ρέει στο νοτιοδυτικό τμήμα του χωριού. Κατά τον 15ο αιώνα στην περιοχή υπήρχαν 4 οικισμοί. Παρ 'όλο που οι οικισμοί αυτοί στα χρόνια της Τουρκοκρατίας ανήκαν στις προνομιούχες περιοχές , εν τούτοις δέχονταν επιδρομές από διάφορες τουρκικές ομάδες , γεγονός που τους οδήγησε στη συνένωση και τελική εγκατάσταση στον οικισμό Τσέρνα Ρέκα. Σήμερα στην Κάρπη κατοικούν λιγότερα από 400 άτομα , που ασχολούνται κυρίως με την καλλιέργεια σιτηρών,καπνού και οπωροφόρων δέντρων. Τα σπίτια χτίστηκαν κυρίως τη δεκαετία του '50 με υλικά την πέτρα,τα πλιθιά και το ξύλο.
Λίγο πιο βόρεια βρίσκεται το ιστορικό χωριό Σκρα. Το ιστορικό χωριό Σκρα είναι χτισμένο στην ΒΑ πλευρά του Πάικου και σε υψόμετρο 520μ. Το παλιό όνομα του χωριού ήταν "Λουμνίτσα" και φαίνεται για πρώτη φορά καταγεγραμμένο το 1452, αν και ευρήματα της ρωμαϊκής εποχής παραπέμπουν στο πολύ μακρινό παρελθόν του χωριού ,που καθιστά "αινιγματική " την καταγωγή των κατοίκων του. Η παράδοση θέλει το σημερινό χωριό να προέρχεται από την συνένωση δέκα μικρών οικισμών της περιοχής, που κατέφυγαν εκεί για να προστατευτούν από τις επιδρομές των Τούρκων. Ο 20ος αιώνας μπαίνει φέρνοντας μαζί του βαριά σύννεφα για την περιοχή. Πολύ νωρίς , στα πρώτα χρόνια του Μακεδονικού Αγώνα, το Σκρα γίνεται θέατρο βίαιων συγκρούσεων και τόπος θυσίας αγωνιστών. Πήρε τ' όνομά του από την κοντινή κορυφή Σκρα ντι Λέγκεν που στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο αποτέλεσε το πεδίο μιας μάχης (Μάχη Σκρα-Ραβινέ, 1918) καθοριστικής για την πορεία του Ελληνικού κράτους. Ήταν μια περιοχή βαριά οχυρωμένη, με λαβύρινθο από χαρακώματα, που εθεωρείτο απόρθητη. Η επιτυχημένη άλωσή της ανατέθηκε από το Γάλλο στρατηγό Γκυγιώμα στις ελληνικές δυνάμεις. Στο Σκρα, που είναι κτισμένο στη Β.Α πλευρά. του Παϊκου θα βρει κανείς λίγους κάτοικους , ωστόσο είναι ένας τόπος όπου τα έθιμα και οι δοξασίες του παρελθόντος είναι και σήμερα ζωντανά. Ένα κομμάτι αντίδωρο εμφυτεύεται και σφραγίζεται κάθε χρόνο , τη δεύτερη μέρα του Πάσχα , μέσα στον κορμό του πιο γέρικου δέντρου στο δρυόδασος της περιοχής για προστασία του χωριού από κάθε κακό. Οι κάτοικοι του είναι φιλόξενοι και καταδεκτικοί. Αξίζει ίσως μια ημερήσια εκδρομή σ' αυτά τα βόρεια σύνορα της Ελλάδας , όπου θα απολαύσετε , εξάλλου , την εμπειρία μιας οργιστικής βλάστησης , ένα κοντινό δάσος και απότομες μικρές πλαγιές από όπου κυλούν αβίαστα πεντακάθαρα νερά και σχηματίζουν μικρούς καταρράκτες .
Η Γρίβα, που κατοικείται από το 817, όπως μαρτυρείτε από την εκκλησία του Αγίου Αθανασίου στην οποία διασώζονται ενδιαφέρουσες τοιχογραφίες, απέχει μόλις 5 χιλιόμετρα από τη Γουμένισσα. Παραδοσιακές δεντροκαλλιέργειες, κτηνοτροφία και προϊόντα του δάσους είναι η ασχολία των κατοίκων. Τα παλαιότερα κτίσματα του γραφικού αυτού οικισμού έχουν φρουριακό χαρακτήρα με λιθόκτιστο περιμετρικό τοίχο, που μαρτυρεί το χαρακτήρα αυτής της περιοχής τα παλαιότερα χρόνια.
Βόρεια από τη Γρίβα βρίσκεται η Καστανερή μέσα σ' ένα εξαίρετο φυσικό περιβάλλον. Η ονομασία οφείλεται όπως είναι φανερό στα πολύτιμα δάση από καστανιές που την περιβάλλουν. Σύμφωνα με την παράδοση αυτός ο οικισμός δημιουργήθηκε πριν από 250 χρόνια από κτηνοτρόφους και φυγόδικους που δεν άντεχαν την τουρκική κυριαρχία που υπήρχε στην περιοχή.
Τα Μεγάλα Λιβάδια είναι κτισμένα στις κορυφές του Πάικου, σε οροπέδιο, σε υψόμετρο 1200 μ. Είναι οικισμός που κατοικείται εποχιακά από κτηνοτρόφους και καλλιεργητές. Τα Μεγάλα Λιβάδια, φαίνεται πως αποτέλεσαν τον τόπο για το χτίσιμο του νέου χωριού των κυνηγημένων από τους Τούρκους Ηπειρωτών γύρω στα 1770. Μαζί με τα Μικρά Λιβάδια, που ήταν ένας οικισμός ακριβώς απέναντι , αποτέλεσαν μέχρι και τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο , έναν από τους μεγαλύτερους βλαχόφωνους οικισμούς της Μακεδονίας. Μετά την απελευθέρωση εντάσσονται στην επαρχία Αλμωπίας ή Ενωτίας και σήμερα Παιονίας του Νομού Κιλκίς. Οι πρώτοι οικιστές των Λιβαδιών φέρονται να είναι Γραμμοστιανοί από τη Γράμμοστα του όρους Γράμμου. Η κωμόπολη αυτήγ καταστρέφεται στα τέλη του 18ου αιώνα, την ίδια περίοδο με την Μοσχόπολη από Τουρκοαλβανούς. Ένα μέρος των κτηνοτρόφων κατοίκων της βρίσκει καταφύγιο στις κορυφές του Πάικου. Η πρώτη προσφυγική Γραμμοστιανική ομάδα έστησε τις καλύβες της γύρω στα 1760 στη θέση "Πάσσιανα" ή "Καλύβια του Μπέλλη" ,εκεί όπου αργότερα δημιουργήθηκε και ο οικισμός των Μεγάλων Λιβαδίων. Αργότερα , μετά την καταστροφή της Μοσχόπολης (1769) , φθάνουν στα λιβάδια τα "Φαλκάρια" των Χατζηβρέττα και Τίκα. "Φαλκάρι" είναι ο αριθμός διευρυμένων πατριαρχικών οικογενειών με όλα τα περιουσιακά του στοιχεία (ζωικό κεφάλαιο). Αργότερα, με την ολοκληρωτική καταστροφή της Γράμμοστα γύρω στα 1800 , φθάνουν και άλλα Φαλκάρια , όπως αυτά τα Χατζηστέργια και Ντούμα. Το Φαλκάρι του Μπουγιουκλή έρχεται από το "Περιβόλι" της Πίνδου. ʼλλα Φαλκάρια έρχονται από τη Σαμαρίνα. Γύρω στα 1840 και 1850 διαμορφώνεται ένας μεγάλος συνοικισμός με το όνομα Λιβάδια. Χωρίζεται σε διάφορες περιοχές ανάλογα με την καταγωγή του καθενός. "Μισσιάκανι", "Γραμμουστιάνλι", "Πιρβουλιάτε" (Περιβολιώτες) κτλ. Το χωριό , κύρια κτηνοτροφικό, παρουσίασε σημαντική οικονομική ανάπτυξη στις αρχές του αιώνα. Τα κοπάδια ξεχειμωνιάζανε στον κάμπο του Κιλκίς, Γιαννιτσών και Θεσσαλονίκης μέχρι και του Αγίου Γεωργίου και μετά μετακινούνταν στις βοσκές των Λιβαδίων μέχρι του Αγίου Δημητρίου. Στα 1889 αποτελούσε το οικονομικό κέντρο των γύρω Βλαχόφωνων χωριών των Μογλένων (Αρχάγγελος, Κούπα, Κάρπη, Σκρα , Χούμα). Κατά την απογραφή του 1913 είχε πληθυσμό 4.000 και αποτελούσε τον 9ο μεγαλύτερο οικισμό της Κεντρικής Μακεδονίας. Αποτέλεσε σημαντικό κέντρο του Μακεδονικού Αγώνα και της αντίστασης κατά των Γερμανών κατακτητών. Το 1944 οι Γερμανοί κατέστρεψαν ολοσχερώς το χωριό και οι κάτοικοι του διασκορπίστηκαν στα πεδινά των γύρω νομών. Σήμερα τα Μεγάλα Λιβάδια αρχίζουν να ανακάμπτουν. Παρουσιάζουν κτηνοτροφική παραγωγή αλλά και γεωργική (ονομαστές είναι οι πατάτες τους). Κύρια όμως χρησιμοποιούνται σαν παραθεριστικός οικισμός από τους Μεγαλολιβαδιώτες των αστικών κέντρων. Οι μεγάλες γιορτές των Αγίων Αποστόλων (Σουμκέτρου) και της Παναγίας (Σταμαρία) αποτελούν ευκαιρία ανταμώματος των Μεγαλολιβαδιωτών.
Η πλατεία της Γουμένισσας
Αν και πήγα εκεί για μια μέρα και αυτό για λίγες ώρες, εν τούτοις με έχει συναρπάσει. Μακάρι κάθε καλοκαίρι να πήγαινα εκεί να καθόμουν για λίγες μέρες.
Πηγή: http://www.aparadektoi.gr
Αυτήν τη στιγμή επισκέπτονται τον ιστότοπό μας 47 επισκέπτες και κανένα μέλος
Η Γουμένισσα | Φωτογραφίες | Σύνδεσμοι | Επικοινωνία
Χάρτης ιστότοπου | Όροι χρήσης | Πολιτική απορρήτου
Copyright © 2010 - 2022 goumenissa.info